ἀποθεραπευτικός

ἀποθεραπευτικός
ἀπο-θεραπευτικός, zur vollständigen Heilung beitragend

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἀποθεραπευτικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικῶν — ἀποθεραπευτικός of fem gen pl ἀποθεραπευτικός of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικόν — ἀποθεραπευτικός of masc acc sg ἀποθεραπευτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικαῖς — ἀποθεραπευτικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικοῦ — ἀποθεραπευτικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικῆς — ἀποθεραπευτικός of fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικῇ — ἀποθεραπευτικός of fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτική — ἀποθεραπευτικός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικήν — ἀποθεραπευτικός of fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικῶς — ἀποθεραπευτικός of adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποθεραπευτικῷ — ἀποθεραπευτικός of masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”